-
1 ἔξορκος
1 under oath met. ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ (i. e. sealed by oath: contra Wil., 370̆{2}) O. 13.99 -
2 ἔπειμι
A sum) inf. ἐπεῖναι: [dialect] Ep. [tense] impf.ἔπεσαν Od.2.344
: [tense] fut. ἐπέσομαι, [dialect] Ep. and Lyr. -έσσομαι, 4.756, Pi.O.13.99:—to be upon, c. dat. loci,κάρη ὤμοισιν ἐπείη Il.2.259
;σῆμα δ' οὐκ ἐπῆν κύκλῳ A. Th. 591
; in Prose mostly with Prep.,ἐπὶ τοῦ καταστρώματος ἐ. Hdt. 8.118
;ἐπὶ [τῷ ποταμῷ] πύλαι ἔπεισι Id.5.52
, cf. 7.176;ἐπὶ ταῖς οἰκίαις τύρσεις ἐπῆσαν X.An.4.4.2
: abs.,κώπη δ' ἐλέφαντος ἐπῆεν Od.21.7
, cf. 2.344, Il.5.127, A.Ag. 547, etc.2 to be upon, be set upon, of names,οὐκ ἔπεστι ἐπωνυμίη Περσέϊ Hdt.6.53
; soψεύδεσι σεμνὸν ἔπεστί τι Pi.N.7.23
;τοῖσι λόγοις σῶφρον ἔ. ἄνθος Ar.Nu. 1025
; to be attached,μελέτη δ' ἔπεστι παντί Anacreont.58.3
; ; esp. of rewards and penalties, ποινά, κέρδος ἐπέσται, A.Eu. 543 (lyr.), Ar.Av. 597;ἔπεστι νέμεσις S.El. 1467
; , cf. Pl.Lg. 943d: abs., Ταραντίνων οὐκ ἐπῆν ἀριθμός no count was taken, no number was attached, Hdt.7.170, cf. 191; to be at hand, be present,τίς τέρψις ἐπέσται; S.Aj. 1216
(lyr.);αἰσχύνη X.Cyr.6.2.33
;πιεῖν δὲ θάνατος οἶνον, ἢν ὕδωρ ἐπῇ Cratin.273
(s.v.l.); τὰ ἐπόντα accidents or characteristics, opp. τὸ ὑποκείμενον, Plot.2.4.10.II of Time, to be hereafter, remain,ἀλλ' ἔτι πού τις ἐπέσσεται Od.4.756
; to be at hand,οὐδέ τι δειλὸν γῆρας ἐπῆν Hes.Op. 114
; ἐπεσσόμενοι ἄνθρωποι generations to come, Orac. ap. Hdt.6.77, Epigr. ap. Aeschin. 3.184; ἐπεσσόμενοι alone, Theoc.12.11.III to be set over,τισί Hdt.7.96
, 8.71;ἔπεστί σφι δεσπότης νόμος Id.7.104
;τίς δὲ ποιμάνωρ ἔ.; A.Pers. 241
(troch.), cf. 555 (lyr.).IV to be added, be over and above, of numbers,χιλιάδες ἔπεισι ἐπὶ ταύτῃσι ἑπτά Hdt.7.184
, cf. 185; ἐπόντων τεσσάρων plus four, Arr.Tact.10.8; τὰ ἐπεσόμενα τούτοις (sc. προβάτοις) Arch.Pap.1.64 (ii B.C.).------------------------------------A ibo) inf. ἐπιέναι, serving in [dialect] Att. as [tense] fut. of ἐπέρχομαι: [dialect] Ep. [ per.] 3sg. [tense] impf.ἐπήϊεν Il.17.741
; [ per.] 3pl.ἐπήϊσαν Od.11.233
,ἐπῇσαν 19.445
; [dialect] Att. ἐπῇα, [ per.] 3pl. ἐπῇσαν: ἐπιείσομαι, -εισαμένη (qq. v.) belong to a different word:1 of persons, come upon, approach, Od. 16.42, etc.b mostly in hostile sense, come against, attack, c. dat., Il. 13.482, etc.;τῷ λόφῳ ἐ. Th.4.129
; in Prose also with Preps., ἐ. ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, ἐπὶ τοὺς ἀδικοῦντας, Hdt.7.157, Th.1.86 (v.l. πρός), etc.;πρὸς τὸ τεῖχος Id.7.4
: abs.,Αἰνείαν ἐπιόντα Il.13.477
, cf. 5.238;ἐπάγοντες ἐπῇσαν Od.19.445
; οἱ ἐπιόντες the invaders, assailants, Hdt.4.11, etc.; by assault,D.
1.21; but ὁ ἐπιών in Trag., = ὁ τυχών, the first comer, , cf. OC 752.c get on the βῆμα to speak, v.l. for παριέναι in Th.1.72; come on, of performers, dub. l. in X.An.6.1.11.2 of events, come upon or over one, overtake, c. acc.,πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν Il.1.29
(butἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα Pi.I.7(6).41
); : c. dat., come near,ὀρυμαγδὸς ἐπήϊεν ἐρχομένοισιν Il.17.741
; δεινῶν ἐπιόντων πᾶσι Ἕλλησι threatening them, Hdt.7.145: abs.,χειμὼν ἐπιών Hes.Op. 675
; , cf. X.Mem.4.3.14, An.5.7.12; τὸ ἐπιόν the (madness) which threatens me, Pl.Phdr. 238d.b c. dat. pers., come into one's head, occur to one, εἰ καὶ ἐπίοι αὐτῷ λέγειν if it so much as occurred to him to say.., Id.R. 388d, cf. 558a;ὅ τι ἂν ἀπὸ ταὐτομάτου ἐπίῃ μοι X.Mem.4.2.4
;ἂν.. ὑμῖν ἐπίῃ σκοπεῖν D.21.185
: abs., what occurs to one,Pl.
Phdr. 264b.II of Time, come on or after: mostly in part. ἐπιών, οῦσα, όν, following, succeeding, instant, ἡ ἐπιοῦσα ἡμέρα the coming day, Hdt.3.85, Ar.Ec. 105, Pl.Cri. 44a;ἡ 'πιοῦσα λαμπὰς θεοῦ E.Med. 352
; ἡ ἐπιοῦσα (sc. ἡμέρα) Plb.2.25.11, LXXPr.27.1, Act.Ap.16.11;τῆς ἐ. νυκτός Pl.Cri. 46a
;τῇ ἐ. νυκτί Act.Ap.23.11
;ὁ ἐ. βίοτος E.Or. 1659
;τοῦ ἐ. χρόνου Pl.Lg. 769c
;ἐν τῷ ἐ. χρόνῳ X.Cyr. 2.1.23
;ἡ ἐ. ὥρα τοῦ ἔτους D.8.18
;εἰς τὴν ἐ. ἐκκλησίαν Id.21.162
, IG 22.717.16;εἰς τὴν ἐ. Πυλαίαν D.18.151
; τοὐπιόν the future, E.Fr.1073.6;τῆς ἐ. ἐλπίδος Ar.Th. 870
;περὶ τῶν ἐπιόντων D.Ep.4.3
; τῶν ἐ. ἕνεκα because of the consequences, Id.19.258.2 generally, come after, succeed,κύματα.. βάντ' ἐπιόντα τε S.Tr. 115
(lyr.); ὁ ἐπιών the successor, Id.OC 1532; ; τὰ ἐπιόντα the words which follow, Id.Prt. 344a, cf. Sph. 257c.3 rarely, pass, elapse,ἐπιόντος τοῦ χρόνου Id.Ti. 44b
.III go over a space, traverse, visit,ἀγρόν Od.23.359
;χώρους Hdt.5.74
; of an officer,ἐ. πύλας E.Ph. 1164
;τὸ στράτευμα Th.7.78
, etc.2 go over, i.e. count over,φώκας.. ἀριθμήσει καὶ ἔπεισιν Od.4.411
; think over,τῇ μνήμῃ ἕκαστα Luc.Herm.1
; read, Hld.2.6. -
3 ἁδύγλωσσος
ᾱδῠγλωσσος, -ον1 sweet tonguedἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἀδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ O. 13.100
-
4 ἀλαθής
ᾰλᾱθής (-ής, -εῖ, -έα, -ῆ; -έσιν, -έας)1 trueὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28
αὐδάσομαι ἐνόρκιον λόγον ἀλαθεῖ νόῳ O. 2.92
γνῶναί τ' ἔπειτ ἀρχαῖον ὄνειδος ἀλαθέσιν λόγοις εἰ φεύγομεν O. 6.89
ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἁδύγλωσσος βοὰ O. 13.98
Ἰσμήνιον δ' ὀνύμαξεν, ἀλαθέα μαντίων θῶκον P. 11.6
τὰς χρυσάμπυκας ἀγλαοκάρπους τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (Boeckh ex Hesych.: ἀγαθὰ σωτῆρας codd.: ὅτι κυκλίσμῷ πάντα ποιοῦσιν. Hesych.) fr. 30. 6. dub., Hesych., s. v. ἀλαθεῖς· οἱ μηδὲν ἐπιλανθανόμενοι ὡς Πίνδαρος. “fort. recte trahitur ad fr. 30. 6.” nott. Snell. fr. 331. frag. ]αι τὸ δἀλαθὲ[ς ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9. -
5 ἀμφοτέρωθεν
a from both places ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ (i. e. at the Isthmian and Nemean games) O. 13.99b on both sidesεὕδει δ' ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς αἰετός, ὠκεῖαν πτέρυγ ἀμφοτέρωθεν χαλάξαις P. 1.6
-
6 βοά
βοά (-ά, -ᾷ, -άν; -αί)a shout, cryἈθαναία ἀλάλαξεν ὑπερμάκει βοᾷ O. 7.37
διήρχετο κύκλον ὅσσᾳ βοᾷ O. 9.93
ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ O. 13.100
b sound of a musical instrument.φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι O. 3.8
παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται P. 10.39
σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται N. 5.38
c voice, songὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα P. 1.13
βοὰ δὲ νικαφόρῳ σὺν Ἀριστοκλείδᾳ πρέπει N. 3.67
-
7 ἐγώ
ἐγώ ( ἐγώ(ν), μοι, ἐμοί, ἐμίν, με, ἐμέ; ἄμμες, ἄμμι(ν), ἄμμε; νῷν) Apart from its use within direct speech, this pronoun in the singular may normally be referred to both Pindar and chorus, but to the chorus only Pae. 4.21 cf. Fränkel, W & F, 366̆{1}, van Leeuwen, 407̆{15}, 505̆{36}. The plural is never certainly used to represent the singular.1 ἐγώ. ( ἐγών before a vowel P. 3.77, but ἐγώ correpted I. 1.4) “ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι” O. 4.24καὶ ἐγὼ νέκταρ πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.7
εἰ δ' ἐγὼ κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54
ἐγὼ δέ τοι ἀγγελίαν πέμψω ταύταν O. 9.21ἐγὼ δὲ κλυτὸν ἔθνος Λοκρῶν ἀμφέπεσον, μέλιτι εὐάνορα πόλιν καταβρέχων O. 10.97
ἐγὼ δὲ οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.49
διασωπάσομαί οἱ μόρον ἐγώ O. 13.91
ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν ἔλπομαι P. 1.42
ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω P. 3.77
ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω P. 4.67
“ μῆλά τε γάρ τοᾰ ἐγὼ ἀφίημ” P. 4.148ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως N. 1.33
ἐγὼ δὲ κοινάσομαι N. 3.11
ἐγὼ τόδε τοι πέμπω πόμ' ἀοίδιμον N. 3.76
ἑκόντι δ' ἐγὼ νώτῳ ἄγγελος ἔβαν N. 6.57
ἐγὼ δὲ πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ Ὅμηρον N. 7.20
χρυσὸν εὔχονται, πεδίον δ' ἕτεροι ἀπέραντον, ἐγὼ δ ἀστοῖς ἁδὼν N. 8.38
( ἄεθλοι)ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς N. 9.9
ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν N. 11.11
ἀλλἐγω̆ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας ἐθέλω I. 1.14
χαίρετ· ἐγὼ δὲ Ποσειδάωνι περιστέλλων ἀοιδὰν γαρύσομαι I. 1.32
ἐγὼ δ' ὑψίθρονον Κλωθὼ κασιγνήτας τε προσεννέπω ἑσπέσθαι κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου Μοίρας ἐφετμαῖς I. 6.16
τῶ καὶ ἐγώ, καίπερ ἀχνύμενος θυμόν, αἰτέομαι χρυσέαν καλέσαι Μοῖσαν I. 8.5
ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων διαγινώσκομαι a chorus of Keans speaksΠα.. 21. κλυτοὶ μάντιες Ἀπόλλωνος, ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14
σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, fr. 81 ad Δ. 2. ἀλλ' ἐγὼ τάκομαι (as opposed to those not affected by love of Theoxenos) fr. 123. 10. ] νον ἐγὼ[ fr. 140a. 77 (51). ἐγὼ μ[ fr. 140b. 11. μαντεύεο, Μοῖσα, προφατεύσω δ' ἐγώ fr. 150. “ καὶ τότ' ἐγὼ” fr. 168. 4.2 acc. a. με, μ(ε).στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο θεόδματον χρέος O. 3.7
ἅ τε Πίσα με γεγωνεῖν O. 3.9
τεαὶ γὰρ ὧραι μ' ἔπεμψαν μάρτυῤ ἀέθλων O. 4.2
[ δεῖ σάμερόν μ' ἐλθεῖν (μ add. Boeckh met. gr.: om. codd.) O. 6.28]ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει O. 6.83
μὴ βαλέτω με λίθῳ τραχεῖ φθόνος O. 8.55
ἁδόντα δ' εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν P. 2.96
ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι P. 7.13
Χαρίτων κελαδεννᾶν μή με λίποι καθαρὸν φέγγος P. 9.90
ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4
ἤ μέ τις ἄνεμος ἔξω πλόου ἔβαλεν; P. 11.39τὰ μακρὰ δ' ἐξενέπειν ἐρύκει με τεθμὸς N. 4.33
εἰ δέ τοι μάτρῳ μ' ἔτι Καλλικλεῖ κελεύεις στάλαν θέμεν N. 4.80
οὐ μέμφεταί μ' ἀνήρ N. 7.64
ἔα με N. 7.75
Λατόος ἔνθα με παῖδες εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.44
λίσσομαι ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν Pae. 6.5
Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαίᾳ ἴδετε πορευθέντ fr. 75. 7. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός χρή [μ]ε λαθεῖν ἀοιδὰν πρόσφορον Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀλλὰ θαυμάζω τί με λέξοντι Ἰσθμοῦ δεσπόται fr. 122. 13. Μοῖσ' ἀνέηκέ με fr. 151. οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198. ὦ τάν, μή με κερτόμ[ει (με a papyri correctore deletum metro tamen desideratur) fr. 215. 4. “ Κενταύρου με κοῦραι θρέψαν ἁγναί.” P. 4.103 “ τοί μ' κρύβδα πέμπον” P. 4.111 “ φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικλῄσκων προσαύδα” P. 4.119 “ κοὔ με πονεῖ” P. 4.151 “ ἀλλ' ἤδη με γηραιὸν μέρος ἁλικίας ἀμφιπολεῖ” P. 4.157 “ καὶ ὡς τάχος ὀτρύνει με” P. 4.164 “ ὥσπερ τόδε δέρμα με νῦν περιπλανᾶται θηρός” (Stephanus: μίμνοι codd.: Herakles speaks) I. 6.47b ἐμέ, ἔμ(ε): emphatic, in first position in sentence save in two dubious examples, fr. 6a. e, fr. 75. 13, where perhaps με should be read.ἐμὲ δὲ στεφανῶσαι κεῖνον χρή O. 1.100
εἴη σέ τε πατεῖν, ἐμέ τε ὁμιλεῖν O. 1.115
ἐμὲ δ' ὦν πᾳ θυμὸς ὀτρύνει φάμεν O. 3.38
ἀλλ' ἐμὲ χρὴ φράσαι O. 8.74
ἐμὲ δ' οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.93
ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν P. 2.52
ἐμὲ δ' οὖν τις ἀοιδᾶν δίψαν ἀκειόμενον πράσσει χρέος P. 9.103
Μξῖσ, ἀνέγειρ' ἐμέ fr. 6a. e. cf. fr. 151. ἐμὲ δ' ἐξαίρετον κάρυκα σοφῶν ἐπέων Μοῖσ ἀνέστασ' *d. 2. 23. ἐναργέα τἔμ ὥστε μάντιν οὐ λανθάνει (van Groningen: νεμέω, νεμεα, τεμεῷ codd. Dion. Hal.) fr. 75. 13. ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν a chorus of girls speaks *parq. 2. 33. “ ἐμὲ δ' ἐπὶ ταχυτάτων πόρευσον ἁρμάτων” O. 1.77 “ ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ δὲ ὑφαίνειν” P. 4.1413 dat.a μοι (correpted O. 2.83, N. 1.21, N. 10.80, Pae. 7.10) πολλά μοᾰ ὑπἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας possessive O. 2.83Μοῖσα δ' οὕτω ποι παρέστα μοι νεοσίγαλον εὑρόντι τρόπον O. 3.4
τόλμα τέ μοι εὐθεῖα γλῶσσαν ὀρνύει λέγειν possessive. O. 13.11ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἁδύγλωσσος βοὰ O. 13.98
εἰ δέ μοι πλοῦτον θεὸς ἁβρὸν ὀρέξαι P. 3.110
“ δόμους φράσσατέ μοι σαφέως” P. 4.117 “ ταῦτά μοι θαυμαστὸς ὄνειρος ἰὼν φωνεῖ” P. 4.163μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν P. 4.247
τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος possessive P. 8.32γείτων ὅτι μοι καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν ὑπάντασεν ἰόντι P. 8.58
ἔνθα μοι ἁρμόδιον δεῖπνον κεκόσμηται N. 1.21
( ῥῆμα)τό μοι θέμεν εἴη N. 4.9
ἄπορα γὰρ λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.72
μακρά μοι αὐτόθεν ἅλμαθ' ὑποσκάπτοι τις N. 5.19
θρασύ μοι τόδ' εἰπεῖν N. 7.50
εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον ἦθος N. 8.35
τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45
βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ N. 10.19
“ ἔσσι μοᾰ υἱός” N. 10.80μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος I. 1.3
ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος I. 4.1
πολλὰ μὲν ἀρτεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει I. 5.47
τέθμιόν μοι φαμί σαφέστατον ἔμμεν I. 6.20
ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.37
κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4.μή μοι μέγας ἕρπων κάμοι ἐξοπίσω χρόνος ἔμπεδος Pae. 2.26
λίαν μοι [δέο]ς ἔμπεδον εἴη κεν” possessive Πα... ἔραται δέ μο[ι] γλῶσσα μέλιτος ἄωτον γλυκὺν[ (sc. καταλείβειν simm., Wil.)Πα... ]Χαρίτεσσί μοᾰ ἄγχι θ[ Pae. 7.10
]μη μο[ι Πα. 7B. 7. ἄπιστά μοι δέδοικα Πα. 7B. 45. ] εἰ δέ μοι[ fr. 60a. 3. “ὦ τάλας ἐφάμερε, νήπια βάζεις, χρήματά μοι διακομπέων” fr. 157. δίχα μοι νόος ἀτρέκειαν εἰπεῖν fr. 213. 4. ἔστι μοι πατρίδ' ἀρχαίαν ( ἀγάλλειν e. g. supp. Snell) fr. 215. 5. ethic dat., c. impv.ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων O. 6.22
ἀπό μοι λόγον τοῦτον, στόμα, ῥῖψον O. 9.35
ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1
ἔλα νῦν μοι πεδόθεν I. 5.38
ἐ]να[ισίμ]ῳ νῦν μοι ποδὶ στείχ ων ἁγέο Παρθ. 2. 66. cf.καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι ποινὰν τεθρίππων P. 1.59
b ἐμοί, emphatic form, never ethic, once possessive P. 5.76ἐμοὶ δ' ἄπορα γαστρίμαργον μακάρων τιν εἰπεῖν O. 1.52
ἀλλ' ἐμοὶ μὲν οὗτος ἄεθλος ὑποκείσεται O. 1.84
ἐμοὶ μὲν ὦν Μοῖσα καρτερώτατον βέλος ἀλκᾷ τρέφει O. 1.111
ὣς ἐμοὶ φάσμα λέγει O. 8.43
βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι ἀκίνδυνον ἐμοὶ ἔπος παρέχοντι P. 2.66
“ τοῦτ' ἔργον ἐμοὶ τελέσαις —” P. 4.230 φῶτες Αἰγείδαι, ἐμοὶ πατέρες (v. Wil., Pind., 477f; Fränkel, D & P, 485̆{2}) P. 5.76ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.48
ἐμοὶ δ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε Πότμος ἄναξ N. 4.41
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77 “εἰ μὲν αὐτὸς Οὔλυμπον θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ” (supp. Boeckh: om. codd.) N. 10.84ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς I. 6.56
ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν ( ἀλλ' ἐμὲ coni. Boehmer) I. 8.11ἐμο[ὶ δ] Pae. 2.102
“ ἐμοὶ δ' ὀλίγον δέδοται” a chorus of Keans speaks Πα... ἐμοὶ δὲ τοῦτον διέδω[κ.ν] ἀθάνατον πόνον *pa. 7B. 21.c ἐμίν. [κατ' ἐμὶν coni. Schr.: κατά τιν codd. P. 8.68] ]τὶν μὲν [πά]ρ μιν[] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Pae. 10.19
cf. Σ Ar., Av. 931: χλευάζει τῶν διθυραμ- βοποιῶν τὸν συνεχῆ ἐν τοῖς τοιούτοις δωρισμὸν καὶ μάλιστα τὸν Πίνδαρον συνεχῶς λέγοντα ἐν ταῖς αἰτήσεσι τὸ ἐμίν fr. 298, Schr.4 ἄμμες, Aeolic nom. pl. “ τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς ἄμμες αὖ κείνων φυτευθέντες” (v. 1. ἀμὲς) P. 4.1445 ἄμμε, acc. pl.: us i. e. mankindμία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106
καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6
6 ἄμμιν, ἄμμι, dat. pl. “λῦσον, ἄμμιν μή τι νεώτερον ἀναστάῃ” P. 4.155 “ καρτερὸς ὅρκος ἄμμιν μάρτυς ἔστω Ζεῦς” P. 4.167 ἄμμι δ' ἔοικε Κρόνου σεισίχθον υἱὸν κελαδῇσαι i. e. for Pindar and his fellow Thebans I. 1.52 ἄμμι δ' πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον i. e. to the chorus and the victor I. 7.49 ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός i. e. for us Greeks I. 8.10 “ μηδὲ Νηρέος θυγάτηρ νεικέων πέταλα δὶς ἐγγυαλιζέτω ἄμμιν.” I. 8.44 μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν (probably the fragment is part of some speech) fr. 42. 2.7 νῷν dual dat. “ οὐ πρέπει νῷν τιμὰν δάσασθαι” (νῶ(ι)ν, νῶ(ι) codd.) P. 4.147 ] ο νῶιν[ (σὺν τῷ ϊ. Σ.) P. Oxy. 841. fr. 94. 2. -
8 ἐξηκοντάκι
1 sixty timesἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἐξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ O. 13.99
-
9 ἔπειμι
a lie upon c. gen. ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ, λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών (Heyne: ἔπεστι φέγγος codd.) P. 8.97b c. dat.ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι N. 7.23
ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ i. e. lends weight to my words O. 13.99 frag. ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88
------------------------------------a approach ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα (fut. ?) I. 7.41b go over ἐπῇεν (sc. Ἀπόλλων) γᾶν τε καὶ θάλασσαν (Schr.: ἐπῄει codd. Strabonis) fr. 51a. 1.
См. также в других словарях:
έπειμι — (I) ἔπειμι (Α) [ειμί] 1. είμαι, βρίσκομαι πάνω από κάποιον («κάρη ὤμοισιν ἐπείη», Ομ. Ιλ.) 2. (για ονόματα) είμαι, υπάρχω πάνω σε κάτι, προσυπάρχω («οὐκ ἔπεστι ἐπωνυμίη Περσέι», Ηρόδ.) 3. (για αμοιβές, ποινές) επακολουθώ («εἰ δ ἔπεστι νέμεσις»,… … Dictionary of Greek